Κυνηγώντας τον Lazar Markovic στην παραλιακή

Το 2019 μάς αποχαιρετά και φέρνω στο μυαλό μου μία και μοναδική στιγμή που ξεχώρισα και δεν γίνεται να μην την καταγράψω όπως ακριβώς συνέβη. Μια στιγμή που δεν συνέβη σε άλλη μας χρονιά και δεν γνωρίζω αν θα υπάρξει ποτέ παρόμοια: το κυνηγητό του Λάζαρ Μάρκοβιτς στους δρόμους της Θεσσαλονίκης.

Απογευματάκι 28ης Μαΐου και η βάρδια στο γραφείο έφτανε στο τέλος της. Ο καλοκαιρινός ήλιος της Θεσσαλονίκης είχε αυξήσει τη διάθεση να φύγω και να βγω στο δρόμο, είχε γιγαντώσει την πείνα και ο τελικός του Champions League δε μου έδινε πολλή όρεξη για να εστιάζω σε άλλα πράγματα πλην αυτού.

Τότε ήρθε μια φωτογραφία στο ομαδικό messenger τσατ του γραφείου: «Αυτός δεν είναι ο Markovic Γιάμπο; Ο δικός σας;». Ήμουν γνωστός για τα «κόκκινα» αισθήματα ανάμεσα στους εργαζομένους. «Ναι, αν δεν πρόκειται για τρομερή ομοιότητα. Όχι πια δικό μας το παλτό όμως. Που τον βρήκαν;», απόρησα. «Στο ξενοδοχείο απέναντι. Ίσως να ήρθε για τον ΠΑΟΚ. Φύγε και παίξ’ το τουρίστας, φέρ’ του το με τρόπο».

Η συζήτηση δεν εκτυλίχθηκε τόσο απλά μες στο μυαλό μου, αλλά στο τσατ ειπώθηκαν μόνο τα παραπάνω. Και τότε άρχισα να σκέφτομαι πώς θα παίξω το ρόλο μου αλλά και πως η είδηση της άφιξης του Σέρβου πρώην παίκτη της Liverpool θα μπορούσε να αποτελέσει ένα τέλειο αποκλειστικό – και – για το LiverpoolFans.gr, ίσως το πρώτο του ερασιτεχνικού μας site.

Κατέβηκα τα σκαλιά τρέχοντας, τα ξανανέβηκα για να πάρω το μπάκπακ και να μοιάζω πράγματι τουρίστας, ξανακατέβηκα, βγήκα στην πλατεία, πετάχτηκα απέναντι και μπήκα στο ξενοδοχείο. «Roof Garden», σκέφτηκα. Πήρα το ασανσέρ και έφυγα γραμμή πάνω, ευχόμενος να μην μπει κάποιος και με δει τόσο αγχωμένο. Όταν πια βρέθηκα στο roof garden, από τους δέκα θαμώνες κανείς δεν έμοιαζε με τον Markovic. Είδα μόνο δύο τύπους που έμοιαζαν Σέρβοι να τελειώνουν τα πρωινά τους καθισμένοι δίπλα σε τρεις βαλίτσες. «Φεύγουν», σκέφτηκα. «Θα πήγε για κατούρημα», επέκτεινα τη σκέψη μου. Και τότε αντιλήφθηκα πως οι σερβιτόροι με κοιτούσαν περίεργα.

Αμέσως έβγαλα το κινητό από την τσέπη και έκανα πως απαντούσα σε κλήση: «Τι; Πότε αλλάξαμε μέρος ρε παιδιά; Ναι, και τώρα που είστε; Ωχ εντάξει, έρχομαι». Έχτισα το – γενικά αχρείαστο αλλά λόγω του άγχους απαραίτητο – άλλοθι μου και παίζοντας τον εκνευρισμένο αποχώρησα χαιρετώντας τους σερβιτόρους από – και καλά – ευγένεια. Κατέβηκα στο δρόμο και στήθηκα στην απέναντι γωνία κοιτάζοντας το τραπέζι στο roof garden. Οι Σέρβοι που έτρωγαν πριν, έλειπαν ήδη. Και τότε μου ήρθε η ιδέα.

Δεύτερος συντάκτης του LiverpoolFans.gr, ο Γιώργος, σχολούσε επίσης στις 16:00 από το δικό του γραφείο πάνω στην Τσιμισκή. «Σχολάς;», ρώτησα στο τηλέφωνο. «Ναι, τι έγινε;». «Κατέβα Αριστοτέλους, σε λίγο σκάει μύτη ο Markovic, έλα να το παίξουμε Έλληνες περαστικοί φίλοι της Liverpool». «Έρχομαι», συμφώνησε.

Μέχρι να βρεθούμε, όμως, οι Σέρβοι είχαν κατεβεί στο ταξί που τους περίμενε στην είσοδο και το «πουλάκι» ήταν έτοιμο να πετάξει. Ανέλαβα δράση, ξεχνώντας ότι οι φίλοι του Lazar έχουν «κόψει» από πριν τη φάτσα μου, τους πλησίασα και το έπαιξα έκπληκτος που συναντώ τον παικταρά στην πόλη μου. «Λάζαρ, τι κάνεις», τον ρώτησα αιφνιδίως και μου απάντησε κάτι σε «καλά». «I’m a massive Liverpool fan» θυμάμαι να του λέω για να τον ηρεμήσω λίγο, δείχνοντας του ένα βραχιολάκι του Owen McVeigh Foundation για να το αποδείξω ευκολότερα. «Υπάρχει και σύνδεσμος της Liverpool εδώ», με έπιασε η φλυαρία μου.

Μόλις η φάτσα του άρχισε να μοιάζει με του Φραγκολιά όταν τον έπιασαν να στήνει παιχνίδια για τους «Πάνθηρες» στο «Η Κληρονόμος», αποφάσισα να μπω στο ψητό: «Τι κάνεις εδώ ρε φίλε;». «Εεε… μπίζνες, μπίζνες, μου απάντησε». Του έδειξα το ωραίο του πουκάμισο και τον ρώτησα «μπίζνες με ρούχα;», καταφέρνοντας να γίνω περισσότερο αδιάκριτος απ’ όσο δεν ήθελα να δείξω. «Χαχα», μου κάνει επίτηδες, «I had some meetings», αποκρίθηκε και άρχισε να βάζει τα πόδια στο ταξί λέγοντας πως βιάζονται. Τον χαιρέτησα και ξαναπήρα τον Γιώργο.

Όσο το τηλέφωνο χτυπούσε θυμήθηκα να τσεκάρω τις πινακίδες του ταξί που πήρε τον Markovic. Γύρισα, είδα από μακρυά και νόμιζα ότι τις συγκράτησα. «Έρχεσαι;». «Ναι». «Παίρνω ταξί γιατί έφυγαν». «Ταξί για που ρε μλκ;», ρώτησε δικαιολογημένα. «Ε, ξέρω γω; Μακεδονία Παλάς θα τον πηγαίνουν αν ήρθε για ΠΑΟΚ, αλλιώς αεροδρόμιο». «Έρχομαι», είπε και ανέβηκε στην κορυφή των φίλων που ποτέ δε θα τους χαλάσω χατήρι.

Ήρθε ένα λεπτό μετά και βουτήξαμε το πρώτο ταξί από την πιάτσα Μητροπόλεως με Αριστοτέλους. «Που πάμε;». «Στον Mark… Στο Μακεδονία Παλάς», είπα στον οδηγό, ελπίζοντας ότι θα τρέξει και ότι ένα από τα… meetings του Lazar θα ήταν με τον Ιβάν Σαββίδη για πιθανή μεταγραφή στον ΠΑΟΚ.

Φτάνοντας στο ξενοδοχείο φυσικά και δεν είδαμε τους Σέρβους, αλλά έξω ακριβώς από την είσοδο πετύχαμε γνωστό ταξιτζή μέλος του συνδέσμου. «Τι κάνετε εδώ ρε κοπρίτες;», ρώτησε. «Δε μου λες», είπα, «επειδή βιαζόμαστε, θα σου κάνω μια ερώτηση: τον Markovic τον θυμάσαι;». «Αυτόν τον Σέρβο τον βλάκα; Ναι». «Αν τον έβλεπες θα τον αναγνώριζες;». «Μπορεί, ναι». «Τον είδες εδώ;» «Όχι». «Πόση ώρα περιμένεις;». «Ένα δεκάλεπτο σίγουρα, με κάτι κωλογερμαναράδες! Δεν κατεβαίνουν με τίποτα!». Είχα σταματήσει να ακούω, είχα κρατήσει τα σημαντικά.

Κάναμε με τον Γιώργο τον γύρο του ξενοδοχείου, κοιτώντας τα δωμάτια, μπήκαμε μέσα, στο λόμπι, στο καφέ, στην πισίνα πίσω. «Ναι, στο λόμπι θα τον συναντούσε τον Σαββίδη», σκέφτηκα. Αν, βέβαια, υπήρχε μια περίπτωση να συναντήσει τον Σαββίδη.

Φύγαμε απογοητευμένοι για την επιστροφή στο κέντρο με άλλο ταξί και τότε ο μάγος ο Γιώργος σκέφτηκε μια καταπληκτική ιδέα. «Θυμάσαι ρε τις πινακίδες;», με ρώτησε. «Ή τόσο ή τόσο», του απάντησα. «Ποιες εταιρίες υπάρχουν», ρώτησε τον οδηγό. «Τι πάθατε;», ενδιαφέρθηκε εκείνος, πριν ακούσει το μοναδικό: «Κάτι φίλοι μας Σέρβοι ήρθαν προς τα εδώ με ταξί και ο ένας άφησε το πορτοφόλι του μέσα, μας τηλεφώνησε αλλά επειδή δεν ξέρει να μιλάει ούτε αγγλικά καλά, ούτε βέβαια και ελληνικά, δεν μπόρεσε να μας εξηγήσει που ακριβώς είναι και που το έχασε, οπότε θέλουμε να πάρουμε τηλέφωνο στις εταιρίες ταξί μήπως βρούμε το όχημα»….

«Και τις ταμπέλες πώς τις μάθατε;», απόρησε ο ταξιτζής. «Είχαν παραγγείλει ταξί στο ξενοδοχείο και τις γνωρίζαμε από πριν», παρενέβην εγώ και το δέχτηκε. Ο άγιος εκείνος άνθρωπος μας τα είπε όλα, μας έδωσε και τηλέφωνα, μετά μιλούσε μόνος του για το πόσο κακό είναι που δημιουργούνται μικρές εταιρίες και καταστρέφουν τον ιδιώτη και τελικά μας άφησε.

Χαιρέτησα τον Γιώργο, ανέβηκα στο γραφείο και άρχισα τα τηλέφωνα στις εταιρίες. Ήξερα από που τον πήραν, ήξερα από ποιον δρόμο έφυγε και η λογική μου έλεγε ότι μάλλον πήγε προς το αεροδρόμιο. Γρήγορα, όμως, συνειδητοποίησα πως δεν ήξερα καλά τις πινακίδες… Ο αριθμός που θυμόμουν δεν ανήκε σε καμιά εταιρία. Το «πουλάκι» είχε πετάξει και μαζί του οι πιθανότητες να βγάλουμε είδηση πέραν αυτής της παρουσίας του στην πόλη.

Αλλά τι μένει στο τέλος; Μένει ότι το LiverpoolFans.gr, ένα ερασιτεχνικό σάιτ, η τρέλα μας για ό,τι έχει να κάνει με την αγαπημένη μας ομάδα, μας ξεσήκωσε, μας τάραξε, μας έκανε να κυνηγάμε στην πόλη μας (Λάζαρ σόρι, αλλά καταλαβαίνεις ρε φίλε) έναν ξένο, κάπως διάσημο, που – μάλλον – ήρθε να κάνει στάση πριν μεταβεί στο Άγιο Όρος. Ποιος ξέρει; Αν ήταν κάποιος σπουδαιότερος ίσως να τον κυνηγούσαμε και ως το αεροδρόμιο. Στο τέλος μένουν οι ιστορίες που έχουμε να διηγούμαστε…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *