«Δώδεκα, δώδεκα και δέκα, θα έχω γυρίσει…»
Η νύχτα που ζήσαμε για πρώτη φορά συναισθήματα των οποίων την ύπαρξη αγνοούσαμε. Γράφει ο Νίκος Γιαμπολδάκης.
Δεν ξέρω γιατί μπορεί ένα γκολ να προκαλέσει τέτοιο ντελίρο. Φυσικά, επειδή δεν το περίμενες, γιατί δεν πίστευες ότι θα τα κατάφερνε η ομάδα, γιατί όλες οι συνθήκες ήταν εις βάρος σου, γιατί η ποιότητα του αντιπάλου ήταν τρομακτική, επειδή δεν ήταν μια Κυριακή, αλλά μια Τρίτη πριν από τον τελικό και την κούπα. Την κούπα που τόσο άδοξα πέταξες πέρυσι. Αλλά γιατί τόσο πολύ;
Δεν είναι μόνο τα γκολ αυτά που έρχονται χωρίς να τα περιμένεις. Μπαίνεις στο σούπερ μάρκετ πιστεύοντας πως δε θα βρεις εκείνο το τυρί αλλά τελικά υπάρχει. Δεν σε πιάνει δα και μανία. Το βάζεις στο καρότσι και πας στο ταμείο. Το ίδιο κι όταν σου χουν πει ότι πρέπει να κάνεις εγχείριση (κι εσύ φοβάσαι τους γιατρούς), αλλά τελικά σε ενημερώνουν ότι εκτίμησαν λάθος και ότι δεν έχεις τίποτα. Δεν θα πανηγυρίσεις χοροπηδώντας. Και το αστείο είναι ότι τα παραπάνω αφορούν εσένα. Το γκολ στην Αγγλία ποιον αφορά; Μήπως αφορά κι αυτό εσένα; Μήπως είναι το δούλεμα από φίλους; Μήπως νιώθεις περισσότερα πράγματα απ’ ό,τι ένας απλός υποστηρικτής μιας ομάδας; Πώς διάολο μπορεί ένα γκολ να σε κάνει να μην πατάς στη γη και να βρίσκεις κι άλλον που να περιγράφει έτσι τη στιγμή; Πώς διάολο μπορεί αυτό να γίνει στο 2-0 και καλά καλά ούτε στα γκολ πρόκρισης; Μάλλον πρέπει να συμβιβαστώ με την ιδέα ότι δεν θα απαντήσω ποτέ…
Όλα ξεκίνησαν από την προηγούμενη Τετάρτη αλλά δεν έχει νόημα να πούμε την ιστορία, παρά τις ατάκες που την γελοιοποιούν. Salah, Firmino, Keita εκτός, η «κατηφόρα» προς τον επίσημο σύνδεσμο της Θεσσαλονίκης είχε το χαρακτήρα «επίσκεψης», μπυρίτσα δύο ώρες και ύπνο. «Δώδεκα, δώδεκα και δέκα, θα έχω γυρίσει», της λέω, «μην κοιμηθείς, περίμενε με». «Εντάξει, καλή επιτυχία», απαντά, λες και εξαρτόταν από μένα να σταματήσω τον Messi και να βάλω τέσσερα στον Ter Stegen.
Κάθε φάση, δική μας και δική τους, βρωμοκοπάει γκολ, και ευτυχώς που δεν εξαρτάται τίποτα από μένα γιατί θα κατέρρεα. Το 1-0 έγινε τόσο απλά, με τέτοια ροή, η φάση θυμίζει καλλιτεχνικό πατινάζ, χορογραφία επί χόρτου. Το ματς απέκτησε ένα ενδιαφέρον. Άλλο ένα, για να έρθει το επόμενο, που θα φέρει το επόμενο. Κι αν το φάμε; Ε, άλλο ένα. Για να έρθει το επόμενο, που θα φέρει το επόμενο κι εκείνο με τη σειρά του το επόμενο.
Δεν ξέρω αν χρειάζεται κάποιο συναισθηματικό build-up η φάση όπου ο Trent έκλεψε, η σέντρα του κόντραρε, στρώθηκε στον χειρότερο σουτέρ της ομάδας κι εκείνος την έστειλε εκεί που έπρεπε, κάτω από τον αγκώνα του Ter Stegen. Αυτή μου φάνηκε σα βγαλμένη από μπιλιάρδο. Και ήταν το πρώτο χτύπημα, το εναρκτήριο, και μπήκαν όλες μέσα με τη σειρά και τελυταία μπήκε και η μαύρη. Τόσο ηδονικό ήταν!
Πιάστηκα από δυο λαιμούς, χτύπησα το γόνατο μου στο σκαμπό και ένιωσα σα να γιατρεύτηκε από κάτι που το πονούσε ήδη, όλα φαίνονταν όμορφα. Πήδηξα πάνω στους δύο λαιμούς, δεν ήξερα ποιους αγκάλιαζα, πιθανώς κάποιους που δεν ήξεραν ποιον αγκάλιαζαν. Δεν ήξερα ποιον να πρωτοαγκαλιάσω. Είχα πηδήξει και ήμουν στον αέρα, κρατημένος από πράγματα που δεν μπορούσα να ταυτοποιήσω, κι έτσι ένιωθα να είμαι στον αέρα, σκέτο. Ένιωθα μια άγνωστη δύναμη να με εξυψώνει. Το ουρλιαχτό μου τρόμαξε τα αντανακλαστικά μου και τα μάτια μου έκλεισαν. Ήμουν «κάπου». Ένιωθα πάνω και εκτός γης. Και δεν είχαμε σκορ πρόκρισης, ήταν απλά το 2-0. Πώς γίνεται αυτό; Πώς γίνεται αυτό; Ένα χρόνο μετά, συζητώντας για εκείνη τη νύχτα, ένας φίλος μου είπε το ίδιο: «ένιωθα σα να είμαι στον αέρα». Άρα δεν ήταν τα σκαμπό και οι λαιμοί… Πώς γίνεται αυτό; Πανηγύριζα πάνω από ένα λεπτό, και το πλήρωσα.
Το 3-0 ήρθε ακριβώς 120 δευτερόλεπτα μετά. Στη σέντρα του Shaqiri ίσως εμείς ακόμα τραγουδούσαμε «Gini Wijnaldum, te-te-tererere». Και τότε, 3-0. Πάλι αυτός. Λες και από τη στιγμή που μπήκε φορούσε αόρατο μανδύα και οι αμυντικοί της Barcelona δεν είχαν καταφέρει ακόμα να εντοπίζουν τις θέσεις του στο γήπεδο. Προσπάθησα να το πανηγυρίσω αλλά μάταια. Τα γόνατα έτρεμαν, η φωνή δεν έβγαινε από το ανοιχτό στόμα που παρόλα αυτά επέμενε. Αν υπάρχει ψυχή, η δική μου αποχώρησε από το σώμα μου για λίγο, γιατί δεν τη χωρούσε. Κι ύστερα ξαναγύρισε, γιατί είχε να βγάλει και τέταρτη… βάρδια.
Γινόμαστε μάρτυρες της ιστορικότερης αλλαγής απόφασης στο ποδόσφαιρο και πανζουρλισμός. Ζούρλα, παιδί μου. 4-0! Δε γίνονται αυτά. Το τυρί που δεν περίμενες ότι θα έβρισκες μπαίνοντας στο σούπερ μάρκετ όχι μόνο υπάρχει, αλλά όλο το σούπερ μάρκετ είναι γεμάτο με αυτό το τυρί και κερδίζεις και το κουπόνι που σου δωρίζει τα ψώνια ενός χρόνου! Ο γιατρός όχι μόνον έκανε λάθος αλλά για «συγγνώμη» σου έδωσε εληξίριο αθανασίας! Το ματς τελειώνει…
Και που να πάς; Πριν έφτασες στον αέρα, στο κενό, και τώρα έχεις βιδωθεί εκεί, εκεί που τα έζησες. Δεν το κουνάς! Λες και θέλεις να τα ξαναζήσεις τώρα, ξανά, πάλι! Λες και βγαίνοντας από την πόρτα, όλο αυτό θα ξεχαστεί. Όχι, πρέπει να μείνεις, που να πας τώρα; Δε μπορείς να φύγεις τώρα. Ναι, σωστά. Πρέπει να σκεφτείς τι έγινε, να συνειδητοποιήσεις τι έγινε, να θυμηθείς τι έκανες όταν έγινε. Άμα φύγεις τώρα θα νομίζεις ότι μπορεί να ήταν και όνειρο, δεν μπορεί να έχει γίνει εξάλλου. Όχι, κάτσε εδώ μέχρι να ωριμάσει.
– «Έλα, θα αργήσω βασικά… Δε θέλω να φύγω, δε μπορώ να φύγω, δεν ξέρω τι ώρα θα έρθω, θα κάτσω σίγουρα ένα δίωρο ακόμα και…»
– «Πώς γίνεται να βάλατε τέσσερα γκολ στη Μπαρτσελόνα;»
– «Δεν ξέρω, θα αργήσω»